Tuesday, June 23, 2009

Το Καταφύγιο των Καταραμένων



Υπάρχει λοιπόν αυτό το σπίτι, λίγο έξω από την Αθήνα, προς τα παραλιακά. Κι αυτό το σπίτι έχει κάτι το μαγικό, οταν κλειδώσει δεν μπαίνει κανείς μέσα αν δε θέλεις εσύ να μπει. Αυτό το σπίτι είναι το safehouse όλων μας, και των πέντε (ή έξι) μας. Με έναν τρόπο που κανείς ποτέ δεν κατάλαβε, καταλήξαμε να έχουμε ανάγκη την "απομόνωση" σε αυτό το μέρος. Δε θα πάει ποτέ κάποιος μόνος του, ένας έχει τα κλειδιά, η συνύπαρξη όλων όμως εκεί μέσα είναι σαν τον Ιορδάνη ποταμό για μας. Μας λυτρώνει.

Θα μπορούσα να σου πω άπειρα για το σπίτι αυτό καθεαυτό, είναι όντως πολύ όμορφο, με τη θάλασσα και το φεγγάρι πιάτο και με μια υπέροχη πίσω αυλή. Το καταφύγιο όμως δε θα ήταν ποτέ καταφύγιο χωρίς τους πορσωρινούς κάθε φορά ενοίκους του, εμάς. Κάθε βράδυ εκεί μέσα, κοιμόμασταν με φαντάσματα, ο καθένας τα φαντάσματα του, κι ο ένας κυνηγούσε και έδιωχνε τα φαντάσματα του άλλου. Κοιμόμασταν μαζί στα ίδια δωμάτια για να ακυρώνουμε ο ένας τη θλίψη του άλλου-δεν ξέρω πως γίνεται αυτό κι όμως καταφεύγουμε στο σπίτι πάντα μπλεγμένοι σε διάφορα σκατά. Κι εκεί, καθαριζόμαστε. Για λίγο.

Το πρωΐ, ο μέγας δάσκαλος Βασίλης μας μάθαινε να φτιάχνουμε ναργιλέ, τον άναβε και δεν τον σβήναμε μέχρι που να πέσουμε για ύπνο αργά τη νύχτα, με διάλειμμα φυσικά για μεσημεριανή βουτιά. Το γέλιο και το μπουγέλο στην ημερήσια διάταξη, με highlight τη λεγόμενη "μούτα", δηλαδή το να συνεννοηθούν οι πολλοί να κάνουν μια μαλακία στον έναν, να τον τρομάξουν όταν κοιμάται, να του ρίξουν βρεμμένα χαρτιά στην πλάτη κλπ. Τη βλέπαμε κανονικό κοινόβιο μείον τον ελεύθερο έρωτα, μια και το να γίνουμε αδερφές στα γεράματα μάλλον δεν πολυπαίζει. Ψωνίζαμε, μαγειρεύαμε, κάποιοι πλένανε τα πιάτα μετά και όλοι μπαίναμε σε μια διάσταση διαφορετική από τις ζωές μας. Ναι, φαντάζομαι ότι θα μπορούσες απλά να το πεις "διακοπές", όμως δεν είχαμε καμία διάθεση ξεσαλώματος ανάλογη με άλλων ανθρώπων της φάσης μας που πάνε διακοπές. Πιο πολύ σαν γέροι με παλιμπαιδισμό κάναμε-και το γουστάραμε όσο τίποτα.

Κατά το βραδάκι, εφοδιασμένοι καταλλήλως με διάφορα ξύδια (τι διάφορα ρε ηλίθιε, μπύρες εννοείς), την πέφταμε στο πίσω μπαλκόνι και δε μας κουνούσαν ούτε τα κομάντα. Ο ναργιλές έφερνε βόλτες αδιάκοπα και ξαναγέμιζε με βάρδιες, το φεγγάρι κατέβαινε στην κουπαστή του μπαλκονιού και άραζε μαζί μας. Η θάλασσα κάπου πιο πέρα, άκουγε κι εκείνη στωικά. Εκείνη τη στιγμή ένιωθα σαν να κάνω εμετό ό,τι κρατούσα μέσα μου τόσο καιρό, πονούσα και ξαλάφρωνα ταυτόχρονα. Εκείνες τις στιγμές λέγαμε τα πάντα, ξεμέναμε από την οποιαδήποτε ντροπή και τα ρίχναμε όλα στο τραπέζι. Για τις γυναίκες, για τις σχολές, για τις μανάδες και τους πατεράδες, για τον καριόλη το θεό που συνεχίζει και μας φτύνει στα μούτρα. Ήμασταν ζωντανοί, ανοιχτοί σαν σε εγχείρηση καρδιάς μα ζωντανοί και κάθε άλλο παρά ναρκωμένοι. Κάπου σε εκείνο το μπαλκόνι, είναι το λιμάνι μας, κάπου να δέσεις μέχρι να σταματήσει να σε δέρνει ο αέρας, μέχρι να νιώσεις έτοιμος να ξαναμπαρκάρεις.

Κι αυτό πήγαινε μέχρι πολύ αργά, κάποιες φορές συνοδευόταν από μουσική από εκείνο το αιώνιο ghettoblaster στέρεο έξω από την κουζίνα, κάποιες φορές από κάποιο παγωτό (προσωπική αδυναμία) που έφερνε γύρες. Η καλοκαιρινή νύχτα, ζεστή και ήσυχη, έστεκε λίγα μέτρα πιο πέρα, κρύβοντας μας από τον ήλιο, όσο να προλάβουμε να την κοπανήσουμε για κάπου μακριά-το πού δεν είχε ποτέ σημασία. Θέλαμε μόνο να τρομάξουμε τα φαντάσματα με τα γέλια και τις γαϊδουροφωνάρες μας, όσο περισσότερο μπορούσαμε, για τώρα, για λίγο, για όσο. Ξέραμε πως όταν κλείσουμε τα βλέφαρα μας πεταμένοι πάνω στα κρεββάτια, εκείνα θα επέστρεφαν. Έρχονται κάθε νύχτα που κοιμόμαστε μα εκείνες τις μέρες, σ'εκείνο το καταφύγιο, δεν ήμασταν ο καθένας μόνος και δε μας κέρδιζαν.

Εκείνες τις μέρες, σ'εκείνο το σπίτι, καταλάβαμε μια για πάντα ότι δε θα ήμασταν πότε πιά ο καθένας μόνος του.

2 comments:

Puppet_Master said...

einai asxhma omorfo afto to katafigio.pws klineis thesh?exei sinthimatiko?h apla ksernas oti exeis mesa sou?

Anonymous said...

Eisai tuxeros pou exeis ena tetoio meros gia na anoigeis thn psuxh sou. Isws ekei mesa na uparxei o theos, pou xereis...