Tuesday, July 8, 2008

Life Gambler II



Ξυπνάω, ανοίγω τα μάτια, είναι πάλι απόγευμα, ένα ακόμη πρωινό καταναλώθηκε έτσι σα να μην υπήρξε ποτέ. Κάνω τον κόπο και σηκώνομαι λες και έχω κάτι καλύτερο να κάνω, δεν τολμάω καν να ανοίξω την τηλεόραση, φοβάμαι πια, φοβάμαι μη μου ρουφήξουν βίαια ότι μου απέμεινε, και το φυλάω καλά δεν έχω παράπονο. Πρώτη μου κίνηση κοιτάω τον καθρέφτη, ναι ναι αυτό το αντικείμενο λατρείας σαν μαγικό "artifact"(δε το μεταφράζω στα ελληνικά υπό το φόβο του fixit) όχι δεν έχω διάθεση ανάλυσης της ποιητικής εικόνας ενός καθρέφτη, το μόνο που βλέπω είναι στίγματα από οδοντόκρεμα. Κάτι σαλεύει στο στομάχι, το οποίο θυμίζει οργωμένο χωράφι. Α ναι θυμήθηκα τζιν λεμόνι ούτε ένα ουίσκι δεν μπορέις να πιεις πλέον, μας το κόψανε και αυτό, διότι τρομάζεις και στην ιδέα τι μπορεί να σου φέρουν παραγγέλνωντας ένα ουίσκι με πάγο. Για αυτό καταφεύγω στο τζιν ανακατεμένο με λεμόνι έτσι για να μην καταλαβαίνω αν είναι φόλα η όχι. Κάνω την χάρη στον εαυτό μου να φάω κάτι πριν πιω καφέ έτσι για να με κρατήσει. Νιώθω ωραία έχοντας φάει και πίνοντας καφέ σ' αυτό το σημείο πιστεύω ξεκινάει η μέρα μου, πια μέρα δηλαδή άρχισε ήδη να σκοτεινιάζει. Μία περίεργη αίσθηση άρχισε να γίνεται αντιληπτή, κάπως πρέπει να τζογάρω, συνήθισα να σπάω την μονοτονία αυτής της πόλης ποντάροντας στρογγυλά πλαστικά κομμάτια.

-Τα ρέστα μου.

-Τα βλέπω.

Friday, July 4, 2008

Αυτή Η Πόλη Σκοτώνει Ανθρώπους

05-11-2005

Βγήκα από την εξώπορτα της πολυκατοικίας μου με τα χέρια στις τσέπες. Κοίταξα, σαν κάτι σάπιους ήρωες από κάλτ ταινίες, πέρα μακριά, σαν να στοχαζόμουν κάτι, το παρελθόν, το παρόν, το μέλλον, τις θέσεις των άστρων, των πλανητών και του ΚΤΕΛ που έφευγε.

Σκατά.

Δε στοχαζόμουν τίποτα, απλά έβλεπα το βάθος του οροπεδίου, αυτού του καταραμένου μέρους, να μην οδηγεί πουθενά. Ορίζοντας χωρίς θάλασσα είναι σαν νεκρός ορίζοντας-έτσι λένε. Σαν κλουβί...Τι βρωμάει έτσι ρε πούστη μου;

Σκατά.

Κανονικά αυτή τη φορά. Και δε με ενοχλούν αυτά των ζώων, που αποφάσισαν να ανακουφιστούν στο χωράφι απέναντι από το σπίτι μου, εκεί τα έφεραν εκεί θα χέσουν τα ζωντανά. Τα άλλα είναι τα ανυπόφορα. Στο μυαλό των ανθρώπων.

Κοίταξα τον εαυτό μου στο τζάμι της εισόδου, είχε πάρει να δροσίζει, κι όταν λέμε να δροσίζει σ’αυτό το μέρος, εννοούμε κρύο να σε τρυπάει και να σε γυρνάει το μέσα έξω, για να σιγουρευτεί ο καριόλης ο χειμώνας ότι παγώνεις παντού. Σήκωσα την κουκούλα, σε κάποιο άλλο μέρος του κόσμου θα το έκανα για στυλάκι, εδώ απλά κόντευαν να πέσουν τα αυτιά μου από τον αέρα. Έβαλα ξανά τα χέρια στις τσέπες, σ’αυτό το αιώνιο στρατιωτικό παντελόνι, μισογέλασα. Φανταριλίκι πριν την ώρα του, δυσμενής μετάθεση στο σιφώνι της ζωής.

Έχει παγώσει ακόμα και το χιούμορ μου γαμώτο.

Ο κεντρικός δρομ..-ποιος κεντρικός ρε μαλάκα; Αυτός είναι μια λωρίδα ανά κατεύθυνση και σταματάνε με αλάρμ όπου βρουν, ούτε στο στενό του σπιτιού μου back there δεν το κάνουν αυτό. Αυτό το μακρύ κομμάτι ασφάλτου όπως και να ‘χει, είχε παραδόξως ηρεμήσει για αυτή την ώρα της ημέρας. Το απόγευμα. Πάντα μου άρεσε αυτή η ώρα της ημέρας, έπεφτε ο ήλιος, είμαι και ρομαντικό αγόρι, επέφτε η ζέστη το καλοκαίρι, μόνο το φροντιστήριο μου τη χάλαγε- όταν είχα και όταν δεν την κοπάναγα. Τώρα απόγευμα είναι η ώρα που ξυπνάω, γιατί δεν είχα (πάλι) τίποτα να κάνω το βράδυ και ξενύχτησα να χαζολογάω στο PC. Με ένα κεφάλι καζάνι από τον φρικτό ύπνο της ημέρας, αυτόν που σε ζαλίζει με τη φασαρία χωρίς να το καταλαβαίνεις, και ξυπνάς ηλίθιος, κουρασμένος ακόμα κι αν έχεις κοιμηθεί 15 ώρες. Ή μάλλον, ειδικά τότε.

Έσυρα τα πόδια μου προς το κέντρο, κάποιος καφές με περίμενε σε μια από τις πιθανές καφετέριες, στάσου, σε ποια μου είχαν πει ότι κάθισαν; Μικρό το κακό, το πολύ πολύ να τις πάρω όλες σβάρνα, τόσες που είναι θα είναι λιγότερο κουραστικό κι από το να βγάλω το χέρι μου στο κρύο για να ξαναδιαβάσω το SMS.

I walk for what it seems to be a lifetime, που έλεγε κι ο Quorthon.

Τι με κοιτάζει περίεργα αυτός ο τύπος ρε συ, δεν έχει ξαναδεί άνθρωπο με κουκούλα; Κρύο κάνει, τι να φορέσω, παναμαδάκι; Ή ψάθινο με κορδέλα ολόγυρα; Κλότησα νευρικά κάτι χαλίκια στις πλάκες του πάρκου, άστο καλύτερα, αυτοί είναι ικανοί να με κοζάρουν στραβά ακόμα και γι’αυτό, (λες και) τους κάθομαι στο σβέρκο. Τελικά όμως, εγώ τους κάθισα στο σβέρκο, ή αυτοί με θρόνιασαν εκεί πάνω; Εγώ διάλεξα να έρθω εδώ χάμω, ή αυτοί διάλεξαν να μας φέρουν εδώ χάμω; Μπερδεύτηκα, θέλω καφέ. Η επίδραση της νταμιτζάνας κρύου Νες (αλλά όχι φραπέ, προσέξτε πατέντα, σαν ζεστός αλλά με νερό βρύσης) που έριξα στην καταπιώνα μου προχθές το βράδυ, μπας και καταφέρω να μείνω ξύπνιος και να τελειώσω την εργασία C, σχεδόν τελείωσε. Τρέμω. Προσεύχομαι να είναι από το κρύο και μην έχω εθιστεί ακόμα ΚΑΙ στον καφέ. Μου φτάνουν οι ντρόγκες μου, δε θέλω άλλη μία. Κι από αυτή δε νομίζω να μπορώ να αποτοξινώνομαι ακούγοντας μουσική.

Εισέπνευσα βαθιά, ένα γερό χαρμάνι παγωνιάς, βροχής που πλησιάζει και μοναξιάς. Αυτή η πόλη σκοτώνει ανθρώπους. Σε παρακαλώ, starkie, μην την αφήσεις να σε πάρει από μένα.

Tuesday, July 1, 2008

Life Gambler




Περίεργο όν ο άνθρωπος βρίσκει πάντα με ένα μυστήριο τρόπο τον δρόμο προς την ευτυχία όπου και αν βρίσκεται ότι και αν κάνει, μοίαζει μ` αρχαίο ξόρκι απόκρυφο καλά κρυμμένο και γνώστό από γενιά σε γενιά. Δεν τους καταλαβαίνω τους ανθρώπους, ούτε αυτοί εμένα υποθέτω, μάλλον εκεί εντοπίζεται η όλη μαγεία.

Χρειαζόμουν κάτι να σπάσει η αμηχανία, τώρα καταλαβαίνω την εφεύρεση του τσιγάρου, κρατάει απασχολημένα τα χέρια."Αν είχα κάτι και για το μυαλό..." μα φυσικά το αλκοόλ, πως δε το σκέφτηκα.

-Τα ρέστα μου.

-Τα βλέπω.

Μετά σιγή, η αμηχανία που σας έλεγα. Όποιος ξέρει τις πιθανότητες στο πόκερ σχεδόν κερδίζει. Αυτό το γαμημένο το "σχεδόν" πως φυτεύτηκε εκεί? Έτσι είναι όμως και στην πραγματικότητα, τα μετράμε όλα με πιθανότητες "πενήντα πενήντα είναι να πάρω τη δουλειά." "έχω πολλές πιθανότητες να μου κάτσει η γκόμενα" Το ωραίο όμως είναι όταν έρχεται η πιο ηδονική στιγμή, η ώρα της μπλόφας. Σχεδιάζεις κάτι χωρίς αύριο, τα δίνεις όλα ξέροντας από πριν πως θα χάσεις το κεφάλι σου. Υπάρχουν δύο περιπτώσεις είτε να τους πιάσεις όλους χαζούς, είτε να σου πάρουν το άδειο σου κεφάλι. Την ώρα που στο παίρνουν όμως θα έχεις αυτό το ηλίθιο χαμόγελο αυτό το εξοργιστικό χαμόγελο αυτό το ανυπόφορο χαμόγελο.