Sunday, September 18, 2011

Ανορθόδοξα

Γυρίζω από τα βόρεια της πόλης, μια έκτακτη σεληνιακή συνεδρία μαζί με Puppet, διάλειμμα από...κάτι ασταδιάλα υποχρεώσεις του ξέρω γω, μην τα συζητάς τώρα. Μυρίζω τη βροχή εδώ και ώρα, στάλες πάνω στο κοντομάνικο μου, αναπνέω υγρασία ανακατεμένη με δροσιά-όχι από τη σάπια την καλοκαιρινή που σου 'ρχεται να ξεριζώσεις το δέρμα σου από τη σιχαμάρα. Λακούβες με νερό πάνω στο πεζοδρόμιο και μετά, χαλασμένοι υαλοκαθαριστήρες και θολή Κηφισίας. Μωσαϊκό από άσπρα και κόκκινα φωτάκια, απλά για να καταλαβαίνω πού πάω στο περίπου...ή πού δεν πάω στα σίγουρα. Και σκέφτομαι.

Bridges are for burning, as tables are for turning
And nothing that they offer could ever ease this yearning

Ανοίγω το παράθυρο κι αφήνω τη δυναμωμένη βροχή να τρέξει πάνω στο μπράτσο μου, πάνω στην πόρτα, μέσα στο αυτοκίνητο. Γιατί; Γιατί έτσι. Έκανα πάντοτε τα πάντα με τρόπους ανορθόδοξους, ακόμα και για κάποια δικά μου δεδομένα. Έκανα κάποτε κάποια πράγματα επίτηδες λάθος, επίτηδες στραβά, επίτηδες διαφορετικά, ίσως για να δω μέχρι πού μπορώ να φτάσω, να πάω, να τραβηχτώ. Πήγαινα μέχρι εκεί που με έπαιρνε για να φχαριστιέμαι και μέχρι εκεί που δε με έπαιρνε για να μαθαίνω.

Better wounds than regrets, better doomed than suppressed
But we are not doomed just yet

Εμπλοκή λοιπόν στη συνηθισμένη διαδικασία. Μια βροχή που δε με μελαγχολεί, αλλά με ξεπλένει. Με ποτίζει. Κοιτάζω τη θολούρα της υγρασίας πάνω από τα φώτα του δρόμου και πού ξέρεις...όταν σπάμε τη σιωπή, και απαντούν με βία, θα χορέυουμε στα δεσμά μας και θα τραγουδάμε στη δίκη μας...Δώσε μου ένα πράγμα να ζήσω ή να πεθάνω γι'αυτό, ξέρω ήδη τι είναι, όμως γιατί έκανα σαν να μην το βλέπω τόσο καιρό; Γκαβώθηκα από διάφορους πόνους τόσο καιρό, σα ζώο στο κλουβί και γδερνόμουν πάνω στα κάγκελα χωρίς κανέναν λόγο. Έρημοι χωρίς αντικατοπτρισμούς, όνειρα σαν έρημοι...

...μέσα στις, χωρίς μάτια, κόγχες της νύχτας.

Δεν είμαι καν σίγουρος ότι λέω ακριβώς αυτό που σκέφτομαι και νιώθω, γιατί δε θέλω να πω ότι ελπίζω σε κάτι ή σε τίποτα, δε θέλω να πω ότι πιστεύω πάλι, ότι φοβάμαι, ότι νιώθω πάλι το οτιδήποτε και το παραμικρό. Γιατί υπάρχει μόνο ένας τρόπος να νιώθεις, αυτός που ζώνεσαι τα εκρηκτικά στη μέση και κρατάς το μαχαίρι στα δόντια, υπάρχουν μόνο οι παλιές μέρες, οι "όλα ή τίποτα" μέρες και δεν ξέρω αν αντέχω να πω στον εαυτό μου ότι γυρίσανε πάλι.

Ακόμα κι αν γκρεμίσανε τις πατρίδες της καρδιάς μας
Και κάνανε πλύση εγκεφάλου στις οικογένειες μας
Και δηλητηρίασαν τα πάθη μας
Και έπνιξαν κάθε ελπίδα από τις ψυχές μας
Επιβιώνουμε

Γιατί δεν ξέρω αν αντέχω αλλά καβλώνω δέκα ζωές μόνο και μόνο στην ιδέα-μου φαίνεται.

Μπορεί και να υπάρχει ο σωστός και ορθόδοξος τρόπος να νιώθεις, ο τρόπος που κάνεις και όλα τα υπόλοιπα πράγματα. Μπορεί και να μπορείς να νιώθεις σαν να περνάς έναν δρόμο, κοιτώντας κι απ'τις δυο μεριές ακόμα κι αν είναι μονόδρομος. Μπορεί και να μπορείς να νιώθεις σαν να οδηγείς ένα αυτοκίνητο, με αερόσακους, ζώνες ασφαλείας και πτυσσόμενη νοσοκόμα Α' βοηθειών. Μπορεί και να γίνεται κι έτσι, αλλά εγώ δεν ξέρω να το κάνω έτσι και άπαξ και ξαναβγείς από την πόρτα δεν υπάρχει γυρισμός.

Θέλοντας περισσότερα από όσα αυτός ο κόσμος μπορούσε να κρατήσει
Στη σκιά μιας ομορφιάς που δε θα μπορούσαμε ποτέ
ποτέ
ποτέ να έχουμε.

Ε δε γαμιέται.

Υπό τους ήχους των Catharsis, Requiem, Zegota και όλων των καλόπαιδων της Crimethinc. Πώς ξεχαστήκαμε τόσο καιρό;