Φως, φως, περισσότερο φως, περισσότερα λαμπάκια, πλαστικά κιτς δέντρα πίσω από τις μπαλκονόπορτες κι από κάτω τους πιο πολύ φως, απαστράπτοντα παιχνιδάκια και φάτνες με πρόβατα που λάμπουν και γιρλάντες που πάιζουν μουσική και βέβαια...λάμπουν. Απόλυτο σκοτάδι. Ετούτη η γιορτή, χρόνο με το χρόνο, μοιάζει όλο και πιο πολύ να ζητωκραυγάζει επετειακά αποκλειστικά και μόνο την ιστορική θυσία της αισθητικής σου και της τσέπης σου, για να τις εξαργυρώσει με φως, μπας και φωτίσεις τούτα τα ανήλιαγα σκοτάδια που κρύβεις κάτω από το δέρμα σου. Γι'αυτό γέμισες την πόλη με στολίδια, το σπίτι σου με χοντρούς κοκκινοφορεμένους παππούδες και το μυαλό σου με ολοφωτιστά σκατά, φαίνονται βλέπεις πιο όμορφα. Μια επιτηδευμένη ευτυχία κι ένα γιαπί-χαμόγελο - "είμαι καλά"- για να μην κλαίει και σήμερα το παιδάκι σου, όπως κλαίει κάθε μέρα που εσύ το γράφεις στα αρχίδια σου για να κυνηγάς την καριέρα σου. Γιατί επιβάλλεται να του κάνεις χίλια πανάκριβα δώρα αυτές τις μέρες, τόσα ώστε να μην έχεις φράγκο να του κάνεις τέσσερα-πέντε μικρά όλη τη χρονιά, λες και δεν ξέρουν τα παιδιά πόσο ακριβά κοστίζουν οι τύψεις σου στο παιχνιδάδικο. Γιατί επιβάλλεται να πάρεις το κορίτσι σου από το χέρι να το πας βόλτα στο καρουζέλ στο Σύνταγμα και να του πεις πως το αγαπάς για να σου κάτσει το βράδυ, άσχετα αν όλη τη χρονιά το πικραίνεις και δε δίνεις δεκάρα τσακιστή. Γιατί επιβάλλεται να πας να επισκεφθείς τον παππού και τη γιαγιά, μια και είσαι πια μεγάλος για κάλαντα (αλλά μικρός για δουλειά) και το μπουκάλι στο Venue δεν είναι χάρισμα χρονιάρες μέρες, άσχετα αν όλη τη χρονιά δεν πάτησες να τους δεις ποτέ, είχες δουλειές, σωστά; Γιατί επιβάλλεται να κάνεις έξαλλο clubbing τέτοιες γιορτινές ημέρες, λες και τις υπόλοιπες ημέρες δεν έκανες. Οπότε γιατί να καθίσεις μέσα; Για να συζητήσεις και να ξυπνήσεις τα μυαλά σου μαζί με τους φίλους σου; Σώπα ρε, πάμε να τα σπάσουμε. Άραγε, τι ξανακόλλησες ποτέ από ΟΛΑ αυτά που έχεις κατά καιρούς σπάσει; Σου φαίνομαι μίζερος; Αν θέλεις διώξε με από εδώ, το μόνο που θέλω είναι ΑΛΗΘΕΙΑ, ΑΓΑΠΗ, ΣΕΒΑΣΜΟ, σε χτυπάνε και νομίζεις πως χτυπιέσαι όταν χορεύεις, εγώ λέω γύρνα και χτύπα τους με όλα αυτά που ΕΣΥ πιστεύεις. Η γιορτή της θρησκείας της αγάπης, σε έναν κόσμο όπου η λέξη "αγάπη" θυμίζει γυμνάσιο, πόση υποκρισία; Πόση αγάπη προλαβαίνεις να δώσεις σε δέκα μέρες, έτσι ώστε να μπορείς, άφοβα, να την ξεχάσεις τις υπόλοιπες 350; Αυτό το κείμενο, το ξέρω, δεν έχει παραγράφους, αυτό το κείμενο δεν έχει δομή, δεν έχει ειρμό αλλά έτσι πρέπει να γίνω ρε γαμώτο, πριν με πνίξει η νόρμα κι ο κονφορμισμός σας, τώρα βάλατε καλούπι στη γιορτή, φόρμες στην αγάπη και τον έρωτα, λαμπάκια γύρω από τις ψυχές σας και αγιοβασιλιάτικα σκουφιά πάνω στα μυαλά σας. Σε όλους φαίνομαι περίεργος που είμαι θλιμμένος τα Χριστούγεννα, οι πιο συγκαταβατικοί λένε ότι τουλάχιστον η γιορτή είναι όμορφη για τα παιδιά, είναι όμορφη γιατί τα μάθατε να θλίβονται όλες τις υπόλοιπες μέρες βρε κόπανοι. Γιατί τα μάθατε να μετράνε πιο πολύ τα λαμπιόνια από το αληθινό φως, γιατί τα ρυθμίσατε με ακρίβεια να γίνουν όπως εσείς, άραγε εσείς τα έχετε καλά με τον καθρέφτη σας; Να γελάσω ή δεν αρμόζει ο σαρκασμός, τι προστάζει το Christmas instruction manual; Κονφορμίσου ανθρωπάκο, γέλα, πιες, φάε μέχρι σκασμού, πάρε δώρα, δώσε δώρα, αύριο ξέχνα, σταυρώσου και σταύρωσε, φτύσε αίμα και μη βγάλεις άχνα. Τα έχεις διαλέξει όλα, βήμα βήμα, κάθε βάλτο που πατάς τον έχεις δει από καμιά κατοσταριά μέτρα. Αλλά πηγαίνεις, αμνός πίσω από τον αμνό στο στόμα του τσοπάνη-αχ, δε σου το είπανε, sorry. Οι λύκοι δεν τρώνε τα πρόβατα, οι τσοπάνηδες τα τρώνε. Αυτοί που σε ταϊζουν, αυτοί σε σφάζουν, τι σου λέω χρονιάρες μέρες και περιμένει κι η γυναίκα σου με τα δικτυωτά να την πας στο ρεβεγιόν, να παίζεις εσύ χαρτιά κι αυτή να σκυλοβαριέται και να μην μπορεί να φύγει, οικογενειακή εστία σε περιοδεία, τα παιδιά νυστάξανε μπάρμπα. Αλλά πότε τα άκουσες; Πότε την άκουσες, μετά από τη νύχτα που την ερωτεύτηκες-ΑΝ την ερωτεύτηκες και ποτέ; Ζεις στο mute, φέρνεις τα λεφτά στο σπίτι άρα κανείς δεν έχει άποψη έδω μέσα, έτσι δεν είναι; Προσευχήσου τώρα. Και άκου την απάντηση, πληρωμένη μέσα από τον τάφο.
Άφου φωνάζουν όλοι αυτοί, κι αφού σκοτώνουν στο όνομα Μου, πες αναβάλλεται η γιορτή, πάω να ξαπλώσω στα καρφιά Μου. Πες τους ο χρόνος πως τρελάθηκε, δεν κάνει στάση Γολγοθά. Πες ο παράξενος πως χάθηκε. Κι έφυγε οριστικά.
Άφου φωνάζουν όλοι αυτοί, κι αφού σκοτώνουν στο όνομα Μου, πες αναβάλλεται η γιορτή, πάω να ξαπλώσω στα καρφιά Μου. Πες τους ο χρόνος πως τρελάθηκε, δεν κάνει στάση Γολγοθά. Πες ο παράξενος πως χάθηκε. Κι έφυγε οριστικά.
No comments:
Post a Comment